22 Μαρ 2013

«Αθώα» τα βιοκαύσιμα για την αύξηση της τιμής των τροφίμων.


Την αιτία που πυροδότησε τις πρόσφατες παγκόσμιες ανατιμήσεις στα τρόφιμα αναζήτησε στο άνοιγμά του το 1ο Συνέδριο για τα Βιοκαύσιμα «Με το βλέμμα στο 2020» που διοργανώνει στις 21 Μαρτίου ο Σύνδεσμος Βιοκαυσίμων και Βιομάζας Ελλάδας (Σ.ΒΙ.Β.Ε.) και του οποίου χορηγοί επικοινωνίας είναι η Agrenda και το Agronews.


Χορηγοί επικοινωνίας του 1ου συνεδρίου Βιοκαυσίμων είναι η εφημερίδα Agrenda και το site Agronews.gr.
Ο αναπληρωτής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Μ. Χαρακόπουλος, εξήγησε πως η άνοδος που σημείωσαν τα βιοκαύσιμα 1ης γενιάς, οδήγησε στη στροφή προς τις ενεργειακές καλλιέργειες μειώνοντας έτσι την παραγωγή τροφίμων. Αυτό με τη σειρά του αύξησε τις τιμές των προϊόντων και δημιουργήθηκε πρόβλημα με τη διατροφική επάρκεια.

Την άποψη αυτή όμως ο πρόεδρος του ΣΒΙΒΕ, Σωτήρης Φώλιας, φάνηκε διστακτικός να υιοθετήσει. Ο ίδιος κάνοντας μια αναδρομή στην εξέλιξη της τιμής του σογιέλαιου – η τιμή του είχε μεγάλες αυξομειώσεις τη στιγμή που η παραγωγή σημείωνε αύξηση- επεσήμανε πως οι ενεργειακές καλλιέργειες πάνε παράλληλα με την παραγωγή ζωοτροφών και πως η χρήση των παραπροϊόντων τους τελικά συμβάλλει στη σταθεροποίηση των τιμών των τροφίμων. Αυτό που τα τελευταία χρόνια, κατά τον Φώλια, εκτόξευσε τις τιμές των τροφίμων είναι η μεγάλη αύξηση στη ζήτηση του κρέατος που προήλθε από χώρες όπως η Κίνα. Ενδεικτικό πάνω σε αυτό είναι άλλωστε το γεγονός πως για ένα κιλό μοσχαρίσιο κρέας απαιτείται η χρήση 8 κιλών ζωοτροφής.

Η οικονομική ανάπτυξη και η ενίσχυση του ενεργειακού κλάδου είναι τα δύο μεγάλα πλεονεκτήματα που προσφέρει η αξιοποίηση των εναλλακτικών μορφών ενέργειας. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό για μια χώρα όπως η Ελλάδα που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές καυσίμων, ενώ ακόμη και για την παραγωγή βιοκαυσίμων επιδίδεται σε εισαγωγή πρώτων υλών.

Γι΄ αυτό και κατά τον Χαρακόπουλο στόχος πλέον αποτελεί η μείωση των ρυπογόνων μορφών ενέργειας με τη στροφή προς πιο «υγιεινά» καύσιμα αλλά παράλληλα και η μείωση της εξάρτησης των εισαγωγών, τη στιγμή μάλιστα που η Ελλάδα διαθέτει δικές της πρώτες ύλες.

Βέβαια το γεγονός πως η χώρα μας κατατάσσεται 18η στην ευρωπαϊκή παραγωγή βιοκαυσίμων , τη στιγμή που οι τελευταίες πέντε χώρες της κατάταξης δεν παράγουν καν βιοκαύσιμα, δεν αποτελεί ιδιαίτερα ενθαρρυντικό γεγονός. Κι αυτό αποδεικνύεται και από τα νούμερα. Έτσι, για παράδειγμα, από τους 470.000 τόνους βρώσιμων λαδιών στην Ελλάδα, που μπορούν να αξιοποιηθούν για την παραγωγή της νέας γενιάς βιοκαυσίμων, ανακτάται μόνο το 5%. Αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα, και η αγορά βιοκαυσίμων γενικότερα, τόνισε ο Φώλιας είναι η έρευνα για την ομαλή μετάβαση από τα βιοκαύσιμα της 1ης γενιάς στα βιοκαύσιμα 2ης ή 3ης.

Και μια τέτοια έρευνα ήδη τρέχει η Ευρωπαϊκή Ένωση που καταγράφει τις εισαγωγές από τρίτες χώρες με στόχο την επιβολή δασμών στο μέλλον, και ενισχύοντας έτσι την εγχώρια παραγωγή. Στην έρευνα επίσης επαφίεται για την ανακάλυψη νέων εφαρμογών στα βιοκαύσιμα, όπως η χρήση του βιοντίζελ στις αερομεταφορές, και η σταδιακή απεξάρτηση από τις ρυπογόνες μορφές ενέργειας.

Επιβεβλημένη η αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας

H ορθολογική και βιώσιμη ανάπτυξη των βιοκαυσίμων πρέπει να είναι κοινωνικά δίκαιη και επωφελής, χωρίς να αποβαίνει σε βάρος της αγροδιατροφικής παραγωγής και επάρκειας, τόνισε ο αναπληρωτής υπουργός Μάξιμος Χαρακόπουλος.

Ο αναπληρωτής υπουργός αγροτικής ανάπτυξης και τροφίμων κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος απηύθυνε χαιρετισμό στην έναρξη των εργασιών του 1ου ετήσιου Συνεδρίου που διοργάνωσε ο Σ.ΒΙ.Β.Ε. με τίτλο «Βιοκαύσιμα: Με το Βλέμμα Στραμμένο στο 2020».

O κ. Χαρακόπουλος τόνισε μεταξύ άλλων τα εξής:

«Η ενέργεια αποτελεί ένα από τα κορυφαία θέματα στην ατζέντα κάθε κράτους καθώς επιδρά καταλυτικά σε όλα επίπεδα. Ο τρόπος διαχείρισης του ενεργειακού ζητήματος έχει πολλαπλές επιπτώσεις σε όλο το φάσμα της κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής ζωής. Η ενεργειακή ασφάλεια και επάρκεια είναι προϋπόθεση για την ικανοποίηση βασικών αναγκών αλλά και για τη στήριξη της παραγωγής και την οικονομική ανάπτυξη κάθε χώρας.

Η αναζήτηση εναλλακτικών μορφών ενέργειας, πέραν των ορυκτών καυσίμων, οδήγησε στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως τα βιοκαύσιμα. Ειδικά τα βιοκαύσιμα δεν είναι μόνο μία ανανεώσιμη πηγή ενέργειας που δίνει μία εναλλακτική επιλογή για χώρες, όπως η Ελλάδα, που εξαρτώνται από εισαγωγές πετρελαίου, αλλά σχετίζεται άμεσα με την αγροτική παραγωγή και κατ’ επέκταση τη διατροφική επάρκεια, δύο τομείς ιδιαίτερα πολυσήμαντους για την κοινωνική συνοχή και την οικονομική σταθερότητα και ανάπτυξη.

Η στροφή πολλών καλλιεργητών σε ενεργειακά φυτά, σε συνδυασμό με τις κλιματολογικές συνθήκες που έπληξαν τη γεωργική παραγωγή, οδήγησαν σε μείωση της παραγωγής τροφίμων και παράλληλη αύξηση των τιμών τους διεθνώς, προκαλώντας επισιτιστική κρίση. Δημιουργήθηκε, λοιπόν, μείζον ζήτημα για την ακολουθούμενη ευρωπαϊκή πολιτική στον τομέα των βιοκαυσίμων. Η απάντηση που δόθηκε είναι τα βιοκαύσιμα δεύτερης γενεάς, τα οποία έχουν διττό όφελος:

-αφενός, το παραγόμενο προϊόν προορίζεται για την κάλυψη των διατροφικών αναγκών και της κτηνοτροφίας,
-αφετέρου, η βιομάζα μπορεί να αξιοποιηθεί για την παραγωγή βιοντίζελ ή άλλων εναλλακτικών πηγών ενέργειας, όπως τα πέλλετς.

Ιδιαίτερα στη σημερινή οικονομική πραγματικότητα, έχουμε χρέος να αξιοποιήσουμε όλες τις δυνατότητες για να βγούμε από την οικονομική στενωπό. Με την πρόοδο της έρευνας και της τεχνολογίας μπορούμε να αξιοποιήσουμε ακόμη και τα πιο ταπεινά φυτά για να θέσουμε σε κίνηση την παραγωγική μηχανή. Να μειώσουμε την κατανάλωση ενεργειακών πόρων, ρυπογόνων και οικονομικά ασύμφορων, όπως τα ορυκτά καύσιμα που εισάγουμε επιβαρύνοντας το εμπορικό μας ισοζύγιο. Να αμβλύνουμε την ενεργειακή εξάρτηση της Ελλάδας από τρίτες χώρες.

Έχουμε τη βούληση να κάνουμε το επόμενο βήμα και κυρίως έχουμε τις αναγκαίες πρώτες ύλες. Ήδη έχουμε κάνει βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση. Ο τομέας της παραγωγής βιοκαυσίμων, που προέρχονται από τις πρώτες ύλες ελληνικών ενεργειακών καλλιεργειών, αναπτύχθηκε στη χώρα μας με σημαντικό ρυθμό την τελευταία πενταετία.

Η συμβολή του Υπ.Α.Α.Τ. ήταν σημαντική, αφού μέσω του θεσμικού του ρόλου, συμμετείχε καθοριστικά στη διαμόρφωση ενός εθνικού πλαισίου που έδωσε τη δυνατότητα της ανάπτυξης των ενεργειακών καλλιεργειών, μέσω συγκεκριμένων και στοχευμένων κριτηρίων του συστήματος κατανομής βιοντίζελ, που πριμοδοτούν με μεγαλύτερο συντελεστή βαρύτητας το κριτήριο παραγωγής ελληνικών πρώτων υλών, προερχόμενων από ενεργειακές καλλιέργειες, μέσω συμβολαιακής γεωργίας μεταξύ καλλιεργητών και μεταποιητικών επιχειρήσεων παραγωγής βιοντίζελ.

Το 2012 η έκταση των ενεργειακών καλλιεργειών στη χώρα μας, άγγιξε τα 700.000 στρέμματα. Οι ενεργειακές καλλιέργειες αφορούν σε ποσοστό 90% περίπου τον ηλίανθο και δευτερευόντως την ελαιοκράμβη και την αγριαγκινάρα.

Η παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές πρέπει, εκτός των άλλων, να προάγει την αποκέντρωση, την αξιοποίηση τοπικών ενεργειακών πόρων, τη μεταφορά σε μικρές αποστάσεις και εν τέλει την προώθηση της τοπικής και περιφερειακής ανάπτυξης και της συνοχής, με την παροχή πηγών εισοδήματος και την δημιουργία θέσεων εργασίας σε τοπικό επίπεδο. Μπορεί κάλλιστα ο συνδυασμός της πρωτογενούς παραγωγής με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας να ανοίξει νέους ορίζοντες στην οικονομική ανάπτυξη της περιφέρειας δημιουργώντας άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας.

Απέναντι στη σημερινή κοινωνικό-οικονομική κρίση, την αμφισβήτηση των κεκτημένων και τη διολίσθηση σε μεμψιμοιρία, υπάρχουν ενεργές ομάδες που αντιδρούν και δρουν με επιτυχία καθώς επενδύουν στην καινοτομία. Δεν ταιριάζει στη ψυχοσύνθεσή μας ως λαού να εγκαταλείπουμε τη μάχη για ένα καλύτερο αύριο. Δεν συμβιβαζόμαστε με την ιδέα της παρόπλισης. Αντιθέτως, μπορούμε να καινοτομούμε, να οραματιζόμαστε, να ταράσσουμε τα στάσιμα νερά με ρηξικέλευθες προτάσεις».

Βαρδαλαχάκη Γιάννα

Πηγή:www.agronews.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου