30 Σεπ 2012

Πες (το με) αλεύρι.


Ο χειρισμός της μαγιάς είναι απλή υπόθεση: αν χρησιμοποιούμε ξηρή μαγιά χρειάζονται τα μισά γραμμάρια απ’ ό,τι αν βάλουμε νωπή. Πάντα όμως πρέπει να τη διαλύουμε πρώτα σε νερό.
Σε μια πρώτη ανάλυση φαίνεται ότι δεν υπάρχει πιο απλό πράγμα από το αλεύρι. Αλέθεις το σιτάρι ή όποιο άλλο σπόρο έχεις επιλέξει, απομακρύνεις το «ενοχλητικό» πίτουρο και με τη λευκή σκόνη που προκύπτει φτιάχνεις ό,τι θέλεις. Οταν όμως μιλήσεις με έναν τεχνολόγο τροφίμων που η δουλειά του τον θέλει ολόκληρη την ημέρα να ασχολείται με την επιλογή και το άλεσμα των διαφόρων δημητριακών, και αν κι εκείνος αποφασίσει να μιλήσει για τα όσα κρατούν οι άνθρωποι του επαγγέλματος για τον εαυτό τους, αποκτάς μιαν άλλη, λίγο πιο εσωτερική γνώση για τα όσα συμβαίνουν στο αλεύρι και με το αλεύρι.


Σε τι διαφέρει το αλεύρι που χρησιμοποιείται για τη ζαχαροπλαστική από το αλεύρι του ψωμιού; Χρειάζεται να προσθέτουμε ζάχαρη; Το τροποποιημένο άμυλο είναι επικίνδυνο για την υγεία μας; Τι είναι το σιμιγδάλι; Ποιον ρόλο παίζει η προσθήκη βύνης; Νοθεύεται το αλεύρι; Τι αλεύρι δίνουν τα ελληνικά σιτάρια;

Μάθετε περισσότερα για το αλεύρι και αποκτήστε αυτές τις ημέρες μιαν άλλη σχέση μαζί του.

Λίγο κριθαρένιο ψωμί βουτηγμένο σε κόκκινο κρασί, λίγο μέλι και μερικά σύκα ήταν κάποτε ό,τι είχε και έπαιρνε στο ακράτισμα, δηλαδή για μπρέκφαστ, ένας Ελληνας κατά τους προ Χριστού αιώνες, είτε επρόκειτο για αγρότη είτε για στρατιώτη. Μάλιστα έχει γραφτεί ότι μια τέτοια δίαιτα από κριθάρι θα αποτελούσε μάλλον τιμωρία για τους (καλομαθημένους) ρωμαίους στρατιώτες (Γαληνός, Περί τροφών δυνάμεως). Ζάχαρη βέβαια δεν υπήρχε τότε, «ζαχαροπλαστική» όμως είχαν. Είναι αρκετά γνωστός ο πλακούς, κάτι σαν επίπεδο κέικ, που μερικές φορές το… σιρόπιαζαν με μέλι, και λιγότερο γνωστό ότι κάποιος Ηγήσιππος ο Ταραντίνος έγραψε ένα «πλακουντοποιητικό» σύγγραμμα, δηλαδή έναν οδηγό ζαχαροπλαστικής, ήδη τον 4ο αιώνα π.Χ. Ο άμης ή αμητίσκος ήταν το αντίστοιχο της σημερινής γαλατόπιτας, ο ναστός ένα σταρένιο ψωμί με γλυκιά γέμιση και ο άμυλος ο γλυκός τραχανάς. Καμία σύγκριση βέβαια με τα σημερινά.
Κι εμείς Ρωμαίοι έχουμε γίνει κατά κάποιον τρόπο σε ό,τι αφορά την ποικιλία των γλυκών και των αρτοσκευασμάτων ιδιαίτερα τέτοιες ημέρες. Χάρη στην πρόοδο και της τεχνολογίας φυσικά, που επιτρέπει να παίρνουμε αναρίθμητες ποικιλίες από το άλεσμα των δημητριακών. Στην ερώτηση «Σε τι διαφέρει το αλεύρι που προορίζεται για το λευκό ψωμί από αυτό που χρησιμοποιείται στη ζαχαροπλαστική;» η απάντηση παραπέμπει στο πόσο διαφέρουν οι συνταγές παρασκευής του καθενός από αυτά, όπως μας είπε ένας τεχνολόγος Τροφίμων ο οποίος περνάει ολόκληρη την ημέρα του δίπλα στους κυλίνδρους που αδιάκοπα αλέθουν τα διάφορα δημητριακά, δίνοντας σ’ εμάς συσκευασμένη και έτοιμη για χρήση την πρώτη ύλη για το ψωμί μας αλλά και για τα γλυκίσματα των ημερών που έρχονται.
«Αν αναλογιστούμε τη διαφορά των συνταγών, όλα είναι ξεκάθαρα. Το αλεύρι για ψωμί πρέπει να έχει καλή ικανότητα κατακράτησης νερού και να σχηματίζει ελαστικό ζυμάρι, ώστε κατά το φούσκωμα να μπορεί να συγκρατεί τα αέρια της μαγιάς, παράλληλα διατηρώντας το σχήμα του. Το αλεύρι ζαχαροπλαστικής έχει χαμηλή απορροφητικότητα, διότι στις σχετικές συνταγές δεν μπαίνει συνήθως νερό, παρά απορροφάται αυτό που περιέχεται στο βούτυρο και στα αβγά. Αν χρησιμοποιήσουμε αλεύρι αρτοποιίας για συνταγές ζαχαροπλαστικής, θα πάρουμε πιο σφικτά, σκληρά και εύθρυπτα προϊόντα. Αν χρησιμοποιήσουμε αλεύρι ζαχαροπλαστικής για να κάνουμε ψωμί, δεν θα πάρει αρκετό νερό, πιθανόν το ζυμάρι να κολλάει και να μην πλάθεται εύκολα, αλλά κυρίως το ψωμί δεν θα είναι αρκετά αφράτο».

Το υπάκουο αλεύρι
Για όποιον όμως αυτά είναι λίγο παραπάνω από ό,τι αντέχει, υπάρχει και κάτι που... μας δηλώνει εξαρχής τι θα κάνει. Είναι το «αλεύρι που φουσκώνει μόνο του». Πρόκειται για αλεύρι ζαχαροπλαστικής ανακατεμένο με baking powder. Αν συγκρίνετε τα συστατικά της συσκευασίας του αλεύρου με αυτά του baking powder, θα δείτε ότι περιέχονται οι ίδιες διογκωτικές ουσίες. Το καλό με το αλεύρι που φουσκώνει μόνο του είναι ότι έχει την ιδανική δόση διογκωτικών που χρειάζονται οι περισσότερες συνταγές, οπότε δεν χρειάζεται να τα προσθέσουμε όταν το χρησιμοποιούμε. Σε ορισμένες συνταγές βέβαια μπορεί να είναι περιοριστικό, αν ο χρήστης θέλει πιο φουσκωμένο γλυκό ή λιγότερο. Κατά το ψήσιμο το baking powder απελευθερώνει διοξείδιο του άνθρακα για το φούσκωμα.  Αποτελείται από μαγειρική σόδα (όξινο ανθρακικό νάτριο), συνδυασμένη με ένα όξινο άλας για να την ενεργοποιήσει. (Για τους αποφοίτους Πολυτεχνείου, NaHCO3 + H+ ¦ Na+ + CO2 + H2O.) Η συγκέντρωσή τους στο τελικό προϊόν είναι πολύ μικρή, οπότε δεν υπάρχει λόγος να αποφεύγουμε το αλεύρι αυτό.  Αλλωστε δεν απέχει και πολύ από την «αλισίβα» που φτιάχνεται από τη στάχτη του ξύλου, η οποία περιέχει ανθρακικό κάλιο. (Οπότε έχουμε την αντίδραση K2CO3 + H2O ¦ 2KOH + CO2 .)
Γλυκό όμως χωρίς ζάχαρη γίνεται; Ξεκινάμε από το γεγονός ότι η κοινή κρυσταλλική ζάχαρη είναι ένας δισακχαρίτης. Δηλαδή το μόριό της αποτελείται από ένα μόριο γλυκόζης και ένα μόριο φρουκτόζης ενωμένα. Τα κύτταρα της μαγιάς μεταβολίζουν τη γλυκόζη και τη φρουκτόζη για να παραχθεί διοξείδιο του άνθρακα και να φουσκώσει το γλυκό. Δεν μπορούν όμως να χρησιμοποιήσουν το μόριο της ζάχαρης αν δεν χωριστεί στα δύο. Στο αλεύρι υπάρχει το ένζυμο ιμβερτάση που χωρίζει τη ζάχαρη σε γλυκόζη και φρουκτόζη κι έτσι μπορεί να τραφεί η μαγιά. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι αν δεν βάλουμε ζάχαρη δεν θα φουσκώσει το γλυκό. Προσθέτοντας ζάχαρη δίνουμε περισσότερη τροφή στη μαγιά και πιο γλυκιά γεύση στο προϊόν μας. Τμήμα της γλυκόζης που απομένει, κατά το ψήσιμο καραμελοποιείται και δίνει το καφεκόκκινο χρώμα.
Η μαγιά μπορεί αλλιώς να τραφεί και από τη γλυκόζη που παράγεται από την αμυλόλυση του αλεύρου. Το άμυλο αποτελείται από πολλά μόρια γλυκόζης και είναι στην πραγματικότητα η αρχική τροφή ανάπτυξης του φυτού του σιταριού όταν αυτό σπαρθεί. Κατά το φύτρωμα (όταν δηλαδή βραχεί ο κόκκος), αμυλολυτικά ένζυμα κατακερματίζουν το άμυλο σε γλυκόζη (αυτή είναι η αμυλόλυση), ώστε να αναπτυχθεί το φυτό ώσπου να κάνει φύλλα και να μπορεί να φωτοσυνθέτει. Ετσι, όταν πάμε να φτιάξουμε ψωμί ή γλυκό, με την προσθήκη του νερού ενεργοποιούνται τα ένζυμα και παράγουν γλυκόζη. Ανάλογα λοιπόν με την παρουσία γλυκόζης και τις συνθήκες ψησίματος, γίνεται πολύ ή λίγη καραμελοποίηση, παίρνουμε δηλαδή ανοιχτό ή σκούρο χρώμα. Μπορούμε να φτιάξουμε γλυκά και με αλεύρι ολικής άλεσης ή με άλλες φυτικές ίνες, αρκεί να προσαρμόσουμε κατάλληλα τις συνταγές μας. Το αλεύρι αυτό έχει υψηλή απορροφητικότητα, οπότε, αν δεν αλλάξουμε την αναλογία των συστατικών, θα αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα που αναφέραμε για το αλεύρι που ενώ είναι για ψωμί χρησιμοποιείται για γλυκά. Οι περισσότεροι όμως το αποφεύγουμε διότι το πίτυρο του σταριού ή οι φυτικές ίνες γενικότερα προσδίδουν την αίσθηση πως τρώμε χαρτί ή άχυρο.

Περί αλεύρων και γλουτένης
Οπως ισχυρίζεται ο τεχνολόγος μας που είναι εκεί δίπλα όταν αλέθονται τα διάφορα σιτάρια, «Θεωρητικά το αλεύρι μπορεί να νοθευτεί με προσθήκη κάποιου άλλου αλεύρου. Αυτό θα επηρεάσει τις ιδιότητές του, όμως δεν αποτελεί κίνδυνο υγείας, εκτός αν ανακατευτεί με κάτι μη εδώδιμο. Στην εποχή μας όμως είναι προϊόν χαμηλής αξίας και χαμηλού κέρδους, οπότε δεν υπάρχει οικονομικό όφελος να νοθευτεί. Σε εποχές όπου η σοδειά του σταριού ήταν ελλειμματική και προσέφεραν φθηνότερα καλαμπόκι, κριθάρι ή άλλα, μπορούσε το αλεύρι να διατίθεται αναμεμειγμένο (π.χ., στην Κατοχή), όμως πλέον, λόγω κοινής ευρωπαϊκής αγροτικής πολιτικής, διατηρούνται μεγάλα αποθέματα για όλα τα κράτη-μέλη». Μήπως αν ξέραμε ότι αλέθουν πιο πολύ τα ελληνικά σιτάρια και όχι τίποτε προέλευσης Τσερνόμπιλ θα αισθανόμασταν λίγο πιο ήσυχοι; «Μπα, μάλλον όχι, διότι ενώ γίνεται αλεύρι από ελληνικά σιτάρια είναι συνήθως ποιότητας ζαχαροπλαστικής. Τα ελληνικά σιτάρια είναι φτωχά σε πρωτεΐνη. Για να χρησιμοποιηθούν σε αλεύρι αρτοποιίας αναμειγνύονται με πιο πρωτεϊνούχα σιτάρια άλλων χωρών. Δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή η διαφορά του από αλεύρι άλλης προέλευσης, εκτός και αν διενεργηθεί κάποια ειδική ανάλυση, όπως γονιδιακή ταυτοποίηση στο αλεύρι με διάφορες ποικιλίες σιταριού».
Ας δεχθούμε λοιπόν ότι τα ελληνικά σιτάρια δίνουν αλεύρι φτωχό σε γλουτένη (μια υγρή κολλώδης ουσία πρωτεϊνικής σύστασης που δίνει τις περισσότερες ιδιότητες του ζυμαριού). Μπορείς όμως και πάλι να φτιάξεις διάφορα πράγματα  χωρίς γλουτένη. Και πώς το κατορθώνεις; Στα αρτοσκευάσματα χωρίς γλουτένη χρησιμοποιούνται ζελατινοποιητικοί παράγοντες, γαλακτωματοποιητές και ενδεχομένως πρωτεΐνες που δεν προέρχονται από σιτάρι, για να συγκρατούν τη δομή του ζυμαριού. Δεν μπορούμε όμως ακόμη να πούμε κάτι συγκεκριμένο για τα προϊόντα χωρίς γλουτένη, διότι είναι ένας τομέας που τώρα αναπτύσσεται και γίνονται συνέχεια εφευρέσεις ουσιών, και αυτές με τη σειρά τους συνδυάζονται με διάφορους τρόπους, για να προσομοιώνεται η συμπεριφορά του ζυμαριού του σιτάλευρου.
Αλλοι πάλι, που δεν εμπιστεύονται όλες αυτές τις καινούργιες επινοήσεις, σκέφτονται να χρησιμοποιήσουν καλαμποκάλευρο που δεν περιέχει γλουτένη. Το καλαμποκάλευρο όμως δεν έχει την ικανότητα να σχηματίζει συνεκτικό ζυμάρι και να φουσκώνει όπως το αλεύρι σιταριού. Οι παλαιότεροι θυμούνται την κατοχική «μπομπότα», ψωμί από ανάμεικτο καλαμποκάλευρο και λίγο σιτάλευρο ή άλλο αλεύρι, συμπαγές και φτωχό σε όγκο. Στη νεότερη εποχή το καλαμποκάλευρο προστίθεται σε μικρές ποσότητες στα χωριάτικα ψωμιά και δίνει πιο κίτρινο χρώμα και γλυκύτερη γεύση. Αλλά ως εκεί μόνο, ενώ προσθέτουν και λιπαρή ουσία για να πλάθεται πιο εύκολα το όποιο αρτοσκεύασμα.
Αν κάποιος απορεί για το ότι ακόμη και σε κάτι που υποτίθεται πως γίνεται από κριθάρι πάντα βρίσκεις μέσα και αλεύρι σίτου, η απάντηση είναι πως κανένα άλλο αλεύρι εκτός από αυτό του σιταριού δεν έχει την ικανότητα να σχηματίζει συνεκτικό ζυμάρι που να πλάθεται και να φουσκώνει. Μερικές φορές το χρώμα ξεγελάει.

Για τα γλυκά των Χριστουγέννων
Τελικά όμως ποιο αλεύρι να προτιμούμε για τα τυπικά γλυκά των Χριστουγέννων; Εχουμε και λέμε: γλυκά που για την παρασκευή τους χρειάζεται σφιχτή ζύμη (μελομακάρονα, κουραμπιέδες κτλ.) γίνονται καλύτερα με αλεύρι ζαχαροπλαστικής ή αυτό για όλες τις χρήσεις. Οσα πρέπει να φουσκώσουν (τσουρέκι, βασιλόπιτα) χρειάζονται αλεύρι υψηλής πρωτεΐνης. Τέτοια άλευρα μπορεί να αναφέρονται ως δυνατά, σκληρά, ενισχυμένα κτλ., και συνήθως γράφουν για ποια χρήση προορίζονται. Σε διάφορες συσκευασίες επίσης συναντούμε την ένδειξη «τροποποιημένο άμυλο». Είναι κάτι επικίνδυνο; Η απάντηση είναι όχι, κάτι άλλο συμβαίνει. Το άμυλο δεν έχει κανένα ωφέλιμο συστατικό (όπως βιταμίνες ή απαραίτητα ιχνοστοιχεία) πέραν του ότι κατά τη χώνεψη μετατρέπεται σε γλυκόζη και μας δίνει ενέργεια. Κατά την τροποποίησή του συνήθως ενώνεται με κάποια στοιχεία που βελτιώνουν τις ιδιότητές του και το κάνουν καταλληλότερο για συγκεκριμένες χρήσεις (π.χ., πιο ευδιάλυτο, πιο συνεκτικό, πιο ανθεκτικό στη ζελατινοποίηση), όμως ελάχιστα επηρεάζουν τη διατροφική αξία του. Ετσι το τροποποιημένο άμυλο δεν έχει χάσει πολλά σε σχέση με το φυσικό άμυλο. Το μόνο σίγουρο βέβαια με όλα αυτά τα γλυκά της ελληνικής γιορτής είναι ότι χρησιμοποιείται μεν λευκό αλεύρι αλλά υπάρχουν και κάποια πιο ωφέλιμα συστατικά. Το μέλι, τα καρύδια, τα αμύγδαλα, η κανέλα. Γι’ αυτό ας χρησιμοποιηθούν γενναιόδωρα.

Το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας παραγωγής σκληρού σιταριού το τρώνε τα... μακαρόνια

ΕΞΙ ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΠΟΡΙΕΣ
Τι σημαίνει σκληρό σιτάρι και τι σημαίνει μαλακό;
Το σκληρό σιτάρι είναι διαφορετική ποικιλία από το μαλακό, έχει κόκκους με ενδοσπέρμιο υαλώδες (δηλαδή κρυσταλλικό) ενώ του μαλακού είναι αλευρώδες. Επίσης είναι πιο κιτρινωπό σε σχέση με το μαλακό, το οποίο ασπρίζει. Από το σκληρό σιτάρι παράγεται το κίτρινο αλεύρι και το σιμιγδάλι, ενώ από το μαλακό παράγεται μόνο αλεύρι, το οποίο είναι λευκό. Και από τα δύο όμως μπορεί να γίνει αλεύρι ολικής άλεσης. Η μεγαλύτερη ποσότητα σκληρού σιταριού παγκοσμίως χρησιμοποιείται για την παραγωγή μακαρονιών. Κάποιες μικρότερες ποσότητες γίνονται και κίτρινο αλεύρι, το οποίο σε συνανάμειξη με λευκό γίνεται ψωμί χωριάτικου τύπου.

Γιατί προστίθεται η σίκαλη σε διάφορα αρτοσκευάσματα και ψωμιά;
Κυρίως για γεύση και άρωμα.  Δευτερευόντως, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι μεγαλύτερη ποικιλία δημητριακών στο ψωμί δίνει μια πιο ισορροπημένη δίαιτα.

Τι είναι το σιμιγδάλι;
Το σιμιγδάλι είναι χονδροαλεσμένο σκληρό σιτάρι (χωρίς το πίτυρο βέβαια).  Μπορεί να υπάρχουν πολλά μεγέθη (εκτός από χονδρό και ψιλό), ανάλογα με τη χρήση. Το πιο χονδρό χρησιμοποιείται σε συνταγές όπως ο σιμιγδαλένιος χαλβάς. Το λεπτότερο χρησιμοποιείται για τις περισσότερες συνταγές ζαχαροπλαστικής και για κρέμες, ενώ το μεσαίου μεγέθους χρησιμοποιείται στα μακαρόνια.

Ποια μαγιά; Πιεστή, κανονική ή ξηρή;
Ολα τα είδη μαγιάς έχουν συνήθως τον ίδιο ζυμομύκητα (Saccharomyces cerevisiae), με τη διαφορά ότι προσφέρονται σε διαφορετικούς βαθμούς αφυδάτωσης. Μπορεί κανείς να έχει εξίσου καλά αποτελέσματα στο ψωμί αν ξέρει πώς να χειριστεί την εκάστοτε μαγιά. Οσο πιο αφυδατωμένη είναι τόσο μικρότερη αναλογία χρειάζεται για να κάνει τη δουλειά. Σαν μπούσουλα, όπου βάζουμε νωπή μαγιά, αρκούν τα μισά γραμμάρια σε ξηρή. Ανεξάρτητα όμως από το είδος της μαγιάς, καλό είναι να τη διαλύουμε πρώτα σε νερό. Ετσι ανακατεύεται καλύτερα στο ζυμάρι και δρα γρηγορότερα.

Γιατί όταν αλέθουμε σιτάρι στο σπίτι και φτιάχνουμε ψωμί από αυτό το άλεσμα, το χρώμα του είναι κίτρινο, ενώ όλα τα ολικής άλεσης ψωμιά στο εμπόριο έχουν χρώμα σκούρο καφέ;
Οταν αλέθουμε στο σπίτι συνήθως παράγουμε αλεύρι με πολύ ψιλοκομμένο πίτυρο, οπότε το καφέ χρώμα του πιτύρου μέσα στο άσπρο-μπεζ του αλεύρου δίνει εμφάνιση κιτρινωπή. Στο αλεύρι ολικής άλεσης του εμπορίου το πίτυρο είναι πιο χονδροκομμένο και έτσι κάνει μεγαλύτερη αντίθεση. Παράλληλα, το αλεύρι του εμπορίου είναι περισσότερων ημερών από το φρεσκοαλεσμένο του σπιτιού μας, οπότε το χρώμα του ανοίγει λόγω οξείδωσης από το οξυγόνο του αέρα. Αφενός λοιπόν για να μην υπάρχει κακό αισθητικό αποτέλεσμα του σκούρου πιτύρου μέσα στο λευκό ψωμί, αφετέρου για να είναι και πιο αναγνωρίσιμο οπτικά, έχει γίνει μόδα να προστίθεται καβουρντισμένη βύνη που δίνει το καφέ χρώμα. Στα σύμμεικτα ψωμιά σιταριού - σικάλεως το χρώμα είναι φυσικότερο, διότι το αλεύρι σίκαλης είναι από φυσικού του γκριζωπό και όταν αρτοποιηθεί δίνει σκούρο ψωμί.
Σε τι βελτιώνει το εκχύλισμα βύνης που αναγράφεται στις περισσότερες συσκευασίες;
Η βύνη είναι φυτρωμένοι σπόροι δημητριακού και γίνεται συνήθως από κριθάρι, δευτερευόντως από σιτάρι ή άλλα δημητριακά. Το εκχύλισμα βύνης μάς δίνει κυρίως τα σάκχαρα της αμυλόλυσης που προκαλούν τα ένζυμα κατά το φύτρωμα του κόκκου. Τα σάκχαρα αυτά δίνουν περισσότερη τροφή στη μαγιά, άρα γρηγορότερο φούσκωμα κατά την αρτοποίηση και εντονότερο χρώμα κατά το ψήσιμο. Δευτερευόντως, παίρνουμε και κάποια αρώματα, αναλόγως του δημητριακού και της μεθόδου εκχύλισης.



Πηγή:www.tovima.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου