Μπορεί η κάππαρη να μην έλκει τους επίδοξους
καλλιεργητές επειδή είναι αυτοφυής, ωστόσο δεν είναι λίγοι εκείνοι που
υποστηρίζουν ότι η εκμετάλλευσή της με συστηματική καλλιέργεια μπορεί να
αποφέρει σημαντικά έσοδα.
Η καλλιέργεια της κάππαρης με τον παραδοσιακό τρόπο
είναι απλή και δεν απαιτεί πολλές καλλιεργητικές εργασίες. Είναι ένα φυτό που μπορεί
να αξιοποιήσει εδάφη που δεν μπορούν να αξιοποιήσουν άλλα φυτά, ενώ ανέχεται
θερμοκρασίες μεταξύ -4οC - 42οC. Δεν είναι απαιτητικό σε νερό αρδεύσεως και
ανέχεται τους ισχυρούς ανέμους που επικρατούν στις νησιωτικές περιοχές.
Οι τρεις κυριότερες εργασίες που απαιτούν ένα μικρό
κόστος αλλά και ένα ελάχιστο γνώσεων είναι ο πολλαπλασιασμός - φύτευση, το
κλάδεμα και η συγκομιδή.
Η πώλησή της γίνεται στη χώρα μας σε μια τιμή από 10
έως 12 ευρώ το κιλό. Αν ληφθεί υπόψη το κόστος παραγωγής και κυρίως το αυξημένο
κόστος συγκομιδής, τότε μπορεί να δώσει ένα καθαρό εισόδημα από 900 ευρώ το
στρέμμα.
Η κάππαρη είναι ένα πολυετές θαμνώδες φυτό -όπως
αναφέρει στις «Επαγγελματικές Ευκαιρίες» ο γεωπόνος Κάσσανδρος Γάτσιος- που
φύεται σε ολόκληρη τη μεσογειακή λεκάνη. Καλλιεργείται για τους ανθοφόρους
οφθαλμούς οι οποίοι συλλέγονται πριν ανοίξουν. Την συναντάμε στην Τουρκία, στο
Μαρόκο, στην Ισπανία, στη Γαλλία, στην Ιταλία. Στην Ελλάδα φύεται κυρίως στα
νησιά του Αιγαίου Πελάγους. Στη χώρα μας η κάππαρη είναι αυτοφυής στο
μεγαλύτερο ποσοστό, ενώ στο Μαρόκο, στην Τουρκία, τη Γαλλία, την Ισπανία και
την Ιταλία κατά κανόνα καλλιεργείται. Η κάππαρη καταναλώνεται ως τουρσί και
ποτέ νωπή επειδή μόνο με την επεξεργασία της με την άρμη παράγεται το καπρικό
οξύ που της δίνει την πικρή γεύση που τη χαρακτηρίζει.
Στην Ελλάδα, πέρα από την επεξεργασία της με την άρμη,
η κάππαρη δέχεται επεξεργασία που στηρίζεται στην αποξήρανσή της στον ήλιο.
Επίσης στη χώρα μας χρησιμοποιούνται πέρα από τα μπουμπούκια και τα φύλλα, τα
οποία καταναλώνονται όπως τα άλλα χορταρικά.
Η καλλιέργεια της κάππαρης εφαρμόζεται από πολύ παλιά
σε πολλές μεσογειακές χώρες. Οι Ιταλοί είναι οι πρώτοι που μίλησαν για αυτή την
καλλιέργεια από τον 13ο αιώνα. Οι Γάλλοι τη γνώρισαν κατά τον 17ο αιώνα, όσον
δε αφορά τους Ισπανούς, από το 1875 άρχισαν να εξάγουν κάππαρη προς τη Γαλλία
αλλά και σε χώρες της Λατινικής Αμερικής.
Η κάππαρη άρχισε να καλλιεργείται με σύγχρονους
τρόπους από τη δεκαετία του 1960 από τους Ιταλούς και τους Ισπανούς. Το 1970 η
Ισπανία ήταν η κυριότερη παραγωγός ευρωπαϊκή χώρα της κάππαρης, ενώ σήμερα η
χώρα με τη μεγαλύτερη παραγωγή στον κόσμο είναι το Μαρόκο.
Η κάππαρη είναι ξηροφυτικό φυτό του οποίου τα
μορφολογικά και φυσιολογικά χαρακτηριστικά του επιτρέπουν να ανέχεται τις
κλιματικές συνθήκες που επικρατούν στις ερημικές ή ημιερημικές περιοχές. Στο
Μαρόκο συναντάται σε περιοχές που βρίσκονται δίπλα στη θάλασσα μέχρι υψόμετρο
1000 m. Οι θερμικές του απαιτήσεις ποικίλλουν πολύ από 5οC-36οC, ενώ φύεται σε
περιοχές που το ύψος των βροχοπτώσεων είναι από 190-550mm βροχής.
Η κάππαρη είναι ανθεκτική στην υψηλή αλατότητα του
εδάφους, αλλά και στους ισχυρούς ανέμους των παράκτιων περιοχών.
Οσον αφορά τις εδαφικές του απαιτήσεις, η κάππαρη
προτιμά τα ελαφρά εδάφη που έχουν καλή στράγγιση και των οποίων το pΗ είναι
ουδέτερο έως αλκαλικό (7-8). Φύεται όμως και σε εδάφη με μεγαλύτερο εύρος pΗ
(6-9).
Παραγωγικό έως και 40 χρόνια το φυτό
Η κάππαρη εισέρχεται σε παραγωγή από τον Μάιο έως τον
Ιούνιο, ενώ οι πιο όψιμοι κλώνοι συνεχίζουν να παράγουν μπουμπούκια μέχρι τον
Νοέμβριο. Οι αποδόσεις ανά φυτό εξαρτώνται από τις κλιματικές συνθήκες, την
ποικιλία, την περιοχή και την ηλικία των φυτών. Σε γενικές γραμμές, η απόδοση
κατά το πρώτο έτος είναι της τάξεως του 0,6 κιλά ανά φυτό, στο δεύτερο έτος
είναι 1,3 κιλά ανά φυτό και από το τέταρτο και μετά μπορεί να φθάσει μέχρι τα
4-5 κιλά ανά φυτό. Η μέση παραγωγή της κάππαρης κυμαίνεται μεταξύ 150-300 κιλά
το στρέμμα.
Το φυτό της κάππαρης μπορεί είναι παραγωγικό για 30-40
χρόνια. Παραδοσιακά η συγκομιδή γίνεται κάθε εβδομάδα, με αποτέλεσμα να
γίνονται συνολικά 12-18 συγκομιδές σε κάθε φυτό. Η εργασία αυτή είναι επίπονη
και έχει μεγάλο κόστος, που μπορεί να φθάσει στο 40-60% του συνολικού κόστους.
Εχει υπολογισθεί ότι ένας εργάτης μπορεί να συλλέξει 2 κιλά κάππαρη σε μία ώρα.
Η διατήρηση της κάππαρης
Τα μπουμπούκια της κάππαρης περιέχουν κατά μέσο όρο 3%
μια ουσία που ονομάζεται γλυκοκαππαρίνη. Αυτή η ουσία τής δίνει την πικρή
γεύση. Πρέπει να γίνεται επεξεργασία της κάππαρης ώστε να απομακρυνθεί αυτή η
ουσία. Η επεξεργασία γίνεται με το αλάτι ή με ένα οξύ. Η επεξεργασία αυτή
γίνεται από τον ίδιο τον καλλιεργητή ή γίνεται από τον μεταποιητή.
Η εργασία αυτή συνίσταται στην εμβάπτιση της νωπής
κάππαρης σε μία διάλυση χλωριούχου νατρίου. Η επεξεργασία αυτή διαρκεί μία
εβδομάδα, στη συνέχεια ανανεώνεται η διάλυση μία ή δύο φορές ώστε να είναι
κατάλληλο το προϊόν για πώληση.
Πηγή: 'Εθνος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου