13 Μαρ 2013

Φαινόμενα νοθείας στην τσικουδιά.


Στρεβλώσεις του νόμου φαίνεται να στερούν από την τσικουδιά τη θέση που δικαιούται στην αγορά, ενώ την ίδια στιγμή με την αύξηση της κατανάλωσης έχουν αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους στην Κρήτη νοθευμένα ή άλλα προϊόντα που παράγονται μέσα από εντελώς διαφορετικές διαδικασίες και πρώτες ύλες. Αυτό επισημάνθηκε, μεταξύ άλλων, κατά την εκδήλωση με θέμα "Τσικουδιά: Ένα δικό μας προϊόν που θέλει προστασία", την οποία διοργάνωσε το Περιφερειακό Τμήμα Κρήτης της Ένωσης Ελλήνων Χημικών στην αίθουσα της Συνεταιριστικής Τράπεζας
Χανίων.

Όπως ανέφερε, μιλώντας στους δημοσιογράφους, ο χημικός μηχανικός Ιωάννης Γαλανάκης, η σχετική νομοθεσία θα πρέπει να αλλάξει ώστε να εξομαλυνθεί η αγορά της τσικουδιάς και να γίνει δυνατή η παραγωγή, τυποποίηση και εμπορία ενός ποιοτικού προϊόντος που ολοένα και περισσότερο τα τελευταία χρόνια κερδίζει έδαφος στις προτιμήσεις των καταναλωτών.


«Σύμφωνα με τον νόμο υπάρχουν δύο τσικουδιές: Η μία είναι αυτή που παράγουν τα αποστακτήρια, δηλαδή οι επιχειρήσεις που φτιάχνουν ποτά και τα διακινούν στην αγορά, και η δεύτερη είναι η τσικουδιά που φτιάχνουν οι διήμεροι παραγωγοί, δηλαδή αυτοί που έχουν σταφύλια και παράγουν την πρώτη ύλη, οι παραδοσιακοί καζανάδες όπως τους ξέρουμε. Οι μικρές διαφορές όμως στη νομοθεσία για το παραγώμενο προϊόν, για την πρώτη ύλη που χρησιμοποιούν και για τη διαδικασία, καταρχάς δημιουργεί προβλήματα και σύγχυση στον κόσμο για την ποιότητα και για το τι είναι καλύτερη τσικουδιά», σημείωσε ο κ. Γαλανάκης και πρόσθεσε: Στην πραγματικότητα είναι ελάχιστες οι διαφορές και δεν θα έπρεπε να υπάρχουν καθόλου. Μιλάμε για μικρές διαφορές στον αλκοολικό τίτλο οι οποίες είναι ασήμαντες. Θα έπρεπε να υπάρχει ένας ορισμός για το τι είναι τσικουδιά και να τον ακολουθούν όλοι. Κι αυτό γιατί αν δεν υπάρχει προτυποποίηση του προϊόντος δεν μπορούμε να μιλάμε για κάτι που είναι παραδοσιακό χρόνια τώρα και εμείς θέλουμε να το προστατέψουμε».


Συνεχίζοντας ο κ. Γαλανάκης υπογράμμισε την απουσία οποιουδήποτε ελέγχου από μέρους του κράτους σε ό,τι αφορά την αγορά του συγκεκριμένου προϊόντος γεγονός που δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα.


«Το κράτος είναι απόν τελείως από κάθε είδους ελέγχους, ειδικά σε ό,τι αφορά τους διημέρους, αντίθετα στους αποσταγματοποιούς είναι από πάνω τους σε κάθε βήμα και δεν μπορούν να πάρουν ανάσα.



Αποτέλεσμα είναι οι μεν πρώτοι καθότι πιέζονται από την αγορά για χαμηλότερες τιμές να κάνουν εκπτώσεις στην ποιότητα του προϊόντος, οι δε δεύτεροι να βγαίνουν έξω από τις αγορές γιατί η τιμή στην οποία διαθέτουν είναι πολύ υψηλότερη από τις τιμές που δίνουν οι πρώτοι».


Ο κ. Γαλανάκης τόνισε ακόμα ότι αν η πολιτεία επιθυμεί να συνεχίσει να αναπτύσσεται η αγορά της τσικουδιάς, θα πρέπει να στηρίξει τους αποσταγματοποιούς οι οποίοι έχουν μείνει εκτός αγοράς λόγω της πίεσης των τιμών αλλά και παράλληλα να επιλύσει ζητήματα που αφορούν τους παραδοσιακούς καζανάδες οι οποίοι ενώ παράγουν ποιοτική τσικουδιά ο νόμος δεν τους δίνει το δικαίωμα να την τυποποιήσουν και να την πουλήσουν σύμφωνα με τις σύγχρονες εμπορικές προδιαγραφές.


ΚΕΡΔΙΖΕΙ ΕΔΑΦΟΣ Η ΝΟΘΕΙΑ


Ανησυχία ωστόσο προκαλεί το γεγονός ότι ενώ η τσικουδιά γίνεται ένα όλο και πιο δημοφιλές προϊόν κερδίζοντας νέους φίλους, η αύξηση της ζήτησης συνοδεύεται από φαινόμενα νοθείας ή την εμφάνιση κάποιων διαφορετικών προϊόντων που ποντάρουν στην άγνοια του κόσμου.


«Προβλήματα υπάρχουν και έχουν σχέση αν θέλετε με το ότι ατονεί το μεράκι που υπήρχε παλαιότερα και προσπαθούμε να έχουμε μεγαλύτερες ποσότητες και κάποια οικονομία κλίμακας», σημείωσε σχετικά ο φυσικός και καθηγητής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Δημήτρης Μπεχτσούδης επισημαίνοντας πάντως ότι μέχρι στιγμής το φαινόμενο αυτό είναι περιορισμένο.


«Αυτό δεν συμβαίνει σε μεγάλο βαθμό», τόνισε και εξήγησε ότι τα συγκεκριμένα προϊόντα αφορούν είτε τσικουδιά που προέρχεται από μελάσα ή ζάχαρη είτε νοθευμένη τσικουδιά με μεθανόλη είτε παράνομα εισαγόμενα προϊόντα τα οποία αποτελούν ένα εντελώς διαφορετικό προϊόν και δεν θα έπρεπε να συγχέονται με την παραδοσιακή κρητική τσικουδιά.


«Μέχρι τώρα ήταν πολύ περιορισμένη η έκταση αυτών των φαινομένων γιατί η τσικουδιά ήταν ένα ποτό το οποίο απευθυνόταν κυρίως σε ντόπιους, οι οποίοι από την εμπειρία τους ξέρουν να ξεχωρίζουν ποια είναι καλή και ποια όχι. Ωστόσο, όταν άρχισαν να τη συμπαθούν και οι ξένοι, άρχισε να ανεβαίνει η κατανάλωσή της και τότε προκύψαν τα προβλήματα τα οποία θα πρέπει εν τη γενέσει τους να αντιμετωπιστούν», επεσήμανε ο κ. Μπεχτσούδης.



ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΌ ΧΑΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου